Библия » Номера Стронга для НЗ » назад » G4815: συλλαμβάνω

« G4814

G4815: συλλαμβάνω

G4816 »
Часть речи: Глагол
Значение слова συλλαμβάνω:

1. схватывать, брать, арестовывать, поймать;
2. зачать, забеременеть;
3. помогать, оказывать поддержку.

Оригинальная статья из Strong Dictionary:

From G4862 (sun) and G2983 (lambano); to clasp, i.e. Seize (arrest, capture); specially, to conceive (literally or figuratively); by implication, to aid — catch, conceive, help, take.

Транслитерация:
сулламвано / syllambánō

Произношение:
силламва́но / sool-lam-ban'-o

старая версия:


Варианты синодального перевода:

схватили (2), взять (1), чтобы взять (1), зачала (1), зачнешь (1), она зачала (1), зачатия (1), помочь (1), ими пойманных (1), Взяв (1), взяли (1), которые взяли (1), взял (1), зачав (1), помогай (1).

Варианты в King James Bible (17):

caught, they, hath, take, took, taken, help, conceived, conceive

Варианты в English Standard Version (15):

seized, you will conceive, they seized, was seized, [and] help, became pregnant, has conceived, they had taken, to arrest, had been conceived, to seize, arrested, to help

Варианты в New American Standard Bible (17):

seized, pregnant, taken, help, became, conceive, conceived, arrested, arrest

Варианты в греческом тексте:

συλλαβεῖν, συλλαβέσθαι, συλλαβόμενοι, συλλαβόντες, Συλλαβόντες, συλλαβοῦσα, συλλαβοῦσιν, συλλαμβάνου, συνέλαβεν, Συνελάβετό, συνέλαβον, συνελήμφθη


Используется в Новом Завете 16 раз в 16 стихах   — показать где используется в НЗ ×
Данные на основе Textus Receptus, Stephanus 1550.

Словари: Дворецкого Abbott-Smith Liddell-Scott-Jones Moulton-Milligan Thayer's Vine's скрыть
Родственные слова:
G4862 — σύν;
G2839 — κοινός;
G3326 — μετά;
G3342 — μεταξύ;
G4773 — συγγενής;
G4774 — συγγνώμη;
G4775 — συγκάθημαι;
G4776 — συγκαθίζω;
G4777 — συγκακοπαθέω;
G4778 — συγκακουχέω;
G4779 — συγκαλέω;
G4780 — συγκαλύπτω;
G4781 — συγκάμπτω;
G4782 — συγκαταβαίνω;
G4784 — συγκατατίθεμαι;
G4785 — συγκαταψηφίζω;
G4786 — συγκεράννυμι;
G4788 — συγκλείω;
G4789 — συγκληρονόμος;
G4790 — συγκοινωνέω;
G4791 — συγκοινωνός;
G4792 — συγκομίζω;
G4793 — συγκρίνω;
G4794 — συγκύπτω;
G4795 — συγκυρία;
G4796 — συγχαίρω;
G4797 — συγχέω;
G4798 — συγχράομαι;
G4800 — συζάω;
G4801 — συζεύγνυμι;
G4802 — συζητέω;
G4806 — συζωοποιέω;
G4814 — συλλαλέω;
G4816 — συλλέγω;
G4817 — συλλογίζομαι;
G4818 — συλλυπέω;
G4819 — συμβαίνω;
G4820 — συμβάλλω;
G4821 — συμβασιλεύω;
G4822 — συμβιβάζω;
G4823 — συμβουλεύω;
G4825 — σύμβουλος;
G4827 — συμμαθητής;
G4828 — συμμαρτυρέω;
G4829 — συμμερίζομαι;
G4830 — συμμέτοχος;
G4831 — συμμιμητής;
G4832 — συμμορφός;
G4836 — συμπαραγίνομαι;
G4837 — συμπαρακαλέω;
G4838 — συμπαραλαμβάνω;
G4839 — συμπαραμένω;
G4840 — συμπάρειμι;
G4841 — συμπάσχω;
G4842 — συμπέμπω;
G4843 — συμπεριλαμβάνω;
G4844 — συμπίνω;
G4845 — συμπληρόω;
G4846 — συμπνίγω;
G4847 — συμπολίτης;
G4848 — συμπορεύομαι;
G4850 — συμπρεσβύτερος;
G4851 — συμφέρω;
G4852 — σύμφημι;
G4853 — συμφυλέτης;
G4854 — σύμφυτος;
G4855 — συμφύω;
G4859 — σύμφωνος;
G4860 — συμψηφίζω;
G4861 — σύμψυχος;
G4863 — συνάγω;
G4865 — συναγωνίζομαι;
G4866 — συναθλέω;
G4867 — συναθροίζω;
G4868 — συναίρω;
G4869 — συναιχμάλωτος;
G4870 — συνακολουθέω;
G4871 — συναλίζω;
G4872 — συναναβαίνω;
G4873 — συνανάκειμαι;
G4874 — συναναμίγνυμι;
G4875 — συναναπαύομαι;
G4876 — συναντάω;
G4878 — συναντιλαμβάνομαι;
G4879 — συναπαγω;
G4880 — συναποθνήσκω;
G4881 — συναπόλλυμι;
G4882 — συναποστέλλω;
G4883 — συναρμολογέω;
G4884 — συναρπάζω;
G4885 — συναυξάνω;
G4886 — σύνδεσμος;
G4887 — συνδέω;
G4888 — συνδοξάζω;
G4889 — σύνδουλος;
G4891 — συνεγείρω;
G4892 — συνέδριον;
G4894 — συνείδω;
G4895 — σύνειμι;
G4896 — σύνειμ;
G4897 — συνεισέρχομαι;
G4898 — συνέκδημος;
G4899 — συνεκλεκτός;
G4900 — συνελαύνω;
G4901 — συνεπιμαρτυρέω;
G4902 — συνέπομαι;
G4904 — συνεργός;
G4905 — συνέρχομαι;
G4906 — συνεσθίω;
G4909 — συνευδοκέω;
G4910 — συνευωχέω;
G4911 — συνεφίστημι;
G4912 — συνέχω;
G4913 — συνήδομαι;
G4914 — συνήθεια;
G4915 — συνηλικιώτης;
G4916 — συνθάπτω;
G4917 — συνθλάω;
G4918 — συνθλίβω;
G4919 — συνθρύπτω;
G4920 — συνίημι;
G4921 — συνιστάω, συνιστάνω, συνίστημι;
G4922 — συνοδεύω;
G4923 — συνοδία;
G4924 — συνοικέω;
G4925 — συνοικοδομέω;
G4926 — συνομιλέω;
G4927 — συνομορέω;
G4929 — συντάσσω;
G4931 — συντελέω;
G4932 — συντέμνω;
G4933 — συντηρέω;
G4934 — συντίθεμαι;
G4936 — συντρέχω;
G4937 — συντρίβω;
G4939 — σύντροφος;
G4940 — συντυγχάνω;
G4942 — συνυποκρίνομαι;
G4943 — συνυπουργέω;
G4944 — συνωδίνω;
G4945 — συνωμοσία;
G4952 — συσπαράσσω;
G4953 — σύσσημον;
G4954 — σύσσωμος;
G4955 — συστασιαστής;
G4957 — συσταυρόω;
G4958 — συστέλλω;
G4959 — συστενάζω;
G4960 — συστοιχέω;
G4961 — συστρατιώτης;
G4962 — συστρέφω;
G4964 — συσχηματίζω;
G2983 — λαμβάνω;
G353 — ἀναλαμβάνω;
G482 — ἀντιλαμβάνομαι;
G618 — ἀπολαμβάνω;
G678 — ἀπροσωπολήπτως;
G1187 — δεξιολάβος;
G1209 — δέχομαι;
G1949 — ἐπιλαμβάνομαι;
G2126 — εὐλαβής;
G3028 — λῆψις;
G3335 — μεταλαμβάνω;
G3880 — παραλαμβάνω;
G4301 — προλαμβάνω;
G4355 — προσλαμβάνω;
G4381 — προσωπολήπτης;
G4843 — συμπεριλαμβάνω;
G5274 — ὑπολαμβάνω;
Похожие слова в Ветхом Завете:
H2029 — הָרָה (haw-raw');
H2029 — הָרָה (haw-raw');
H2342 — חוּל (khool, kheel);
H3920 — לָכַד (law-kad');
H3947 — לָקַח (law-kakh');
H5367 — נָקַשׁ (naw-kash');
H7059 — קָמַט (kaw-mat');
H8610 — תָּפַשׂ (taw-fas');

© 2016−2024, сделано с любовью для любящих и ищущих Бога.